«Η χώρα μας δεν πρόκειται να πτωχεύσει»…Μίνωας Ζομπανάκης

Διάβασα την συνέντευξη αυτή κι επειδή παρατηρώ ότι μας έχει πιάσει κρίση για την κρίση την παραθέτω…!!!

Από την Καθημερινή

Ο Μίνωας Ζομπανάκης θεωρείται ένας από τους κορυφαίους οικονομολόγους στον κόσμο, οπότε, η πρώτη μου ερώτηση όταν τον συνάντησα ήταν αν πιστεύει ότι η Ελλάδα θα οδηγηθεί στην πτώχευση. Με κοίταξε κάπως απορημένος.

«Είναι θέμα ορισμού. Τι εννοούν όταν μιλούν περί πτώχευσης; Δεν είμαι από αυτούς που ισχυρίζονται κάτι τέτοιο. Το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι τόσο το δημοσιονομικό. Εστω και με κόπο θα διορθωθεί. Το πρόβλημα είναι ότι καταστράφηκε η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Σε έναν κόσμο όπου ουσιαστικά δεν υπάρχουν σύνορα, πώς θα ξαναφτιάξουμε μια ανταγωνιστική οικονομία; Τι επενδύσεις να κάνεις όταν έχεις τους Τούρκους με ελάχιστο μηνιαίο εισόδημα 300 ευρώ και τους Βούλγαρους με 200; Επειτα είναι και η Κίνα με το φθηνό μεροκάματο. Δεν μπορείς να προστατευθείς. Το έγκλημα της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι αντί να απλοποιήσει τη διαδικασία των επενδύσεων και να δώσει κίνητρα για επενδύσεις, έριξε όλο της το βάρος στην κατανάλωση με δάνεια. Αυτό θα γραφεί στην Ιστορία με μαύρα γράμματα».

Τον ρωτώ πώς κρίνει τις κινήσεις του πρωθυπουργού. «Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει ένα όραμα και είναι έντιμος, δεν ξέρω όμως αν έχει την πυγμή να προχωρήσει σε δραστικές αλλαγές».

Σύμβουλος κυβερνήσεων

Ο Μίνωας Ζομπανάκης δραστηριοποιούνταν όλες αυτές τις δεκαετίες κυρίως στο εξωτερικό, πάντοτε όμως διατηρούσε στενές σχέσεις με το ελληνικό πολιτικό γίγνεσθαι. «Υπήρξα άτυπος και άμισθος σύμβουλος των ελληνικών κυβερνήσεων», τονίζει, δηλαδή συνομιλητής του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Μητσοτάκη.

«Θυμάμαι τον Οκτώβριο του ’74, ο Καραμανλής μου έλεγε ότι το μεγάλο σφάλμα της ζωής του ήταν που έβγαλε την Ελλάδα από το ΝΑΤΟ. Κυρίως, με συμβουλευόταν σε θέματα οικονομικής πολιτικής. Οποτε βρισκόμουν στην Αθήνα κανόνιζε συνάντηση των υπουργών που είχαν άμεση σχέση με τα οικονομικά. Την περίοδο που συζητιόταν η ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ, με ρώτησε ποιες θα είναι οι αρνητικές επιπτώσεις από αυτήν την κίνηση. Του μίλησα για τις εμπειρίες των άλλων κρατών, προπάντων της Αγγλίας. Η Αγγλία ακολουθούσε από αιώνες πολιτική φθηνών τροφίμων. Η κοινή ευρωπαϊκή πολιτική έφερε όμως στην Αγγλία μια αύξηση τιμών στα τρόφιμα πάνω από 60%.

Και μου λέει τότε ο Καραμανλής: «Ακουσε, Ζομπανάκη, για δύο λόγους θέλω να βάλω την Ελλάδα στην ΕΟΚ. Πρώτον, για να μας σέβονται οι εχθροί μας και, δεύτερον, για να ανοίξω τις πόρτες της Ευρώπης στον Ελληνα επιχειρηματία. Εμείς δεν είμαστε βιομηχανική χώρα, μεταπράτες είμαστε και σε τριάντα χρόνια η Ευρώπη θα είναι ένα σουβλατζίδικο».


»Θυμάμαι ακόμα τις σκέψεις που έκανε περί της αποχωρήσεώς του από την πρωθυπουργία. Μου έλεγε: «Κανένας δεν μπορεί να εμποδίσει τον Ανδρέα από το να έρθει στην εξουσία και δεν θα είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα ψηφίζει την καταστροφή της – εννοώντας, κατά τη γνώμη μου, τις εκλογές του 1920. Ηθελε όμως να μην αφήσει τον Μητσοτάκη να τον διαδεχθεί στην ηγεσία της Ν.Δ. Διότι ο Καραμανλής πίστευε ότι αν ο Μητσοτάκης γίνει επικεφαλής της Ν.Δ. θα τσακώνεται συνεχώς με τον Ανδρέα και θα ζημιωθεί η Ελλάς. Να με διαδεχθεί ο Στεφανόπουλος, έλεγε, ένας ήπιος άνθρωπος. Είμαι βέβαιος, μου είχε πει, ότι μπορώ να πείσω τον Ανδρέα να τον έχει αντιπρόεδρο σε μια κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας».

»Βλέπετε, πολλοί καλοθελητές διέβαλαν τον Μητσοτάκη στον Καραμανλή, ότι είναι κεντρώος, ότι είναι αποστάτης, ότι είναι ξένο σώμα από το Κόμμα των Φιλελευθέρων κ.τ.λ. Αλλά και ο Μητσοτάκης είχε αποφασίσει να μην δοκιμάσει να διαδεχθεί τον Καραμανλή. Δεν είχε στόχο την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Θυμάμαι, μια Κυριακή συναντηθήκαμε σπίτι του στην Κρήτη και θα είχε ραντεβού με τον Καραμανλή την Τρίτη, όπου θα του έλεγε, κοίταξε να δεις, το κόμμα είναι δικό σου, εγώ δεν έχω καμία επιθυμία να σε διαδεχθώ. Χωρίς να το ξέρει όμως ο Μητσοτάκης, ο Καραμανλής είχε στείλει τον Λαμπρία στην Κέρκυρα να βρει τον Αβέρωφ να του ζητήσει την παραίτηση από την προεδρία του κόμματος. Ο Αβέρωφ έγινε έξω φρενών και οργάνωσε όλη την κίνηση μέσα στο κόμμα υπέρ του Μητσοτάκη – μαζί του ήταν και ο νεαρός τότε Σαμαράς».

Το «βρώμικο ’89»

Συζητώντας για το λεγόμενο «βρώμικο ’89», ο Μίνωας Ζομπανάκης θυμάται σήμερα ότι ο «Μητσοτάκης επιθυμούσε να μην παραπεμφθεί ο Ανδρέας σε δίκη, διότι κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλούσε εθνικό διχασμό. Εκείνος που επέμεινε στην παραπομπή του Ανδρέα ήταν ο Κύρκος – το έχει παραδεχθεί εξάλλου και σ’ ένα βιβλίο του, λέγοντας μάλιστα ότι το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του ήταν η παραπομπή του Ανδρέα στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο Μητσοτάκης μου είχε ζητήσει να μεταφέρω στον Ανδρέα ότι ο ίδιος δεν επιθυμούσε την παραπομπή του. Το έκανα, όμως ο Ανδρέας το ήξερε ήδη, γνώριζε ότι ο Κύρκος ήταν αυτός που επέμενε».

Αρίστευσα στο Χάρβαρντ, αν και τον Κέινς ούτε ως όνομα δεν τον ήξερα

Σε νεαρή ηλικία, ο Μ. Ζομπανάκης θα βρεθεί να αντιπροσωπεύει τη Διοίκηση Εξωτερικού Εμπορίου μέσα από την Τράπεζα της Ελλάδος. «Ο Αμερικανός προϊστάμενός μου είχε εμπιστευθεί τη σφραγίδα του και στα 22 μου συντόνιζα την εκτέλεση των αδειών εισαγωγής». Μετά τη στρατιωτική θητεία (κι ένα πέρασμα από τον πόλεμο της Κορέας όπου υπηρέτησε ως μάχιμος), ο Μ. Ζομπανάκης θα εργαστεί στην ομάδα του Γιώργου Καρτάλη, υπεύθυνου για το πρόγραμμα σταθεροποιήσεως της ελληνικής οικονομίας. «Αριστος οικονομολόγος, από τους κορυφαίους υπουργούς Εθνικής Οικονομίας στη μεταπολεμική Ελλάδα. Η σημερινή οικονομική κρίση μου θυμίζει πολύ την εποχή του Καρτάλη. Θυμάμαι ακόμα πόσο εναντίον ήταν ο Καρτάλης στην εκτέλεση του Μπελογιάννη, όπως και ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο. Γι’ αυτό μια μέρα ο Πλαστήρας πήρε μόνος του την απόφαση. Ο Πλαστήρας ήταν μέγας αντικομμουνιστής. Κι αυτό διότι στην υποχώρηση της Μικράς Ασίας, είχε αντιμετωπίσει γιάφκες κομμουνιστών μέσα στον ελληνικό στρατό».

Το μεγάλο βήμα για τον Μ. Ζομπανάκη θα έρθει το 1952. «Τότε με έστειλε ο Μαντζαβίνος, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, στην Ουάσιγκτον, στην επιτροπή επαλήθευσης των λογαριασμών του Σχεδίου Μάρσαλ. Εκεί έμεινα ώς το 1955. Αλλά έπρεπε πια να σπουδάσω. Με μια μαύρη Κράισλερ που άνοιγε μόνο η μία πόρτα της, πήγα στη Σχολή Δημόσιας Διοίκησης του Χάρβαρντ. Δεν είχα πτυχίο αλλά πλούσιο βιογραφικό και συστατικές επιστολές – μία ήταν από έναν Αμερικανό υφυπουργό Οικονομικών. Με τα πολλά, δέχθηκαν να παρακολουθήσω τα μαθήματα χωρίς να έχω δικαίωμα να δώσω εξετάσεις. Οταν βρέθηκα να βοηθάω τους συμφοιτητές μου, μου επέτρεψαν να δώσω εξετάσεις και αρίστευσα – μολονότι τον Κέινς ούτε ως όνομα δεν τον ήξερα. Στο μεταξύ, λίγο πριν πάω στο Χάρβαρντ παντρεύτηκα τη μνηστή μου, η οποία είχε έρθει από την Ελλάδα».

Στη Βηρυτό

Λίγο μετά την αποφοίτησή του, περπατώντας στο Κέμπριτζ της Βοστώνης, ο Μ. Ζομπανάκης θα συναντήσει τυχαία τον Κωνσταντίνο Δοξιάδη. Ο τελευταίος θα του προτείνει να εργαστεί ως οικονομολόγος σε οικιστικό πρότζεκτ στον Λίβανο. Το ζεύγος Ζομπανάκη θα παραμείνει δέκα μήνες στη Βηρυτό, αλλά μετά, ο δαιμόνιος Κρητικός θα διοριστεί ως γενικός αντιπρόσωπος αμερικανικής τράπεζας με έδρα τη Ρώμη, αναλαμβάνοντας τον τομέα της Μέσης Ανατολής. «Ηταν στη Manufacturers Trust της Νέας Υόρκης. Σιγά σιγά ανέλαβα όλη την Ιταλία, επεκτάθηκα στην Ευρώπη κι έγινα ο πιο γνωστός τραπεζίτης στη Μέση Ανατολή ώσπου το 1969 πήγα στο Λονδίνο για να δημιουργήσω μια νέα τράπεζα προκειμένου να θέσω σε εφαρμογή την ιδέα που είχα για τα κοινοπρακτικά δάνεια. Τότε δημιούργησα τα LIBOR (σήμερα είναι γνωστό ως το επιτόκιο αναφοράς) κι έθεσα τις βάσεις για τη σύγχρονη μορφή δανεισμού απελευθερώνοντας τη διακίνηση των κεφαλαίων. Το 1970 κινούσαμε το 40% των κρατικών δανείων του κόσμου. Αποδείξαμε στη διεθνή αγορά ότι μπορούσαμε να βρούμε χρήματα και να αποφύγουν χώρες με έλλειμμα την πειθαρχία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».

Ζωντανή ιστορία…

Οπως αντιλαμβάνεται κανείς, η ιστορία του Μίνωα Ζομπανάκη είναι ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Γεννημένος το 1926 στις Καλύβες, ένα ψαροχώρι δεκαπέντε χιλιόμετρα ανατολικά των Χανίων, έζησε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. «Ο πατέρας μου ήταν δήμαρχος. Οταν ήρθαν το ’40 οι Εγγλέζοι κι έφτιαξαν βάση στη Σούδα, με έστειλε να δουλέψω εκεί με έναν βαφτισιμιό του. Ξυπνούσαμε στις έξι το πρωί και πηγαίναμε με τα πόδια, γυαλίζαμε τα παπούτσια των αξιωματικών, ετοιμάζαμε πρωινό, πλέναμε τα πιάτα, το ίδιο κάναμε μεσημέρι και βράδυ και φεύγαμε 11 το βράδυ. Πενήντα δύο δραχμές ήταν το κατώτερο μεροκάματο επί Μεταξά, αυτοί μας έδιναν 95 δρχ. Hταν τα πρώτα χρήματα που έβγαλα στη ζωή μου».

Ο Μ. Ζομπανάκης έζησε τη Μάχη της Κρήτης. «Εχω τη θεωρία ότι σε πολέμους ή φοβάσαι ή ενθουσιάζεσαι», λέει σήμερα γελώντας. «Φαίνεται ότι ανήκω στη δεύτερη κατηγορία, παρακολουθούσα τους βομβαρδισμούς λες κι επρόκειτο για πολεμικό έργο».

Το 1943 εγκαθίσταται στην Αθήνα, στη γέφυρα του Πουλόπουλου. «Είχα τελειώσει την Εμπορική Σχολή Χανίων και ήρθα για την Ανωτάτη Εμπορική. Δεν λειτούργησε όμως, εξαιτίας της Κατοχής. Φροντίζαμε εκεί πρόσφυγες από τον βομβαρδισμό του Πειραιά και πιανόμασταν σε πετροπολέμους, δεξιοί εναντίον αριστερών».

«Μια μέρα οι αριστεροί έβαλαν έναν δικό τους να με πυροβολήσει καθώς θα έβγαινα απ’ το σπίτι. Μια γυναίκα πήγε και του κατέβασε το όπλο, του είπε «μη αυτό το παιδί», η σφαίρα έσκασε μπροστά στα πόδια μου».

Μετά την απελευθέρωση, συνεχίζοντας να εξασκεί τα αγγλικά που είχε μάθει στη βάση της Σούδας, βρήκε εργασία στην περίφημη ΟΥΝΡΑ του ΟΗΕ και στη συνέχεια στην αμερικανική αποστολή που είχε έρθει στην Ελλάδα στο πλαίσιο του Δόγματος Τρούμαν. «Εργαζόμουν ως διερμηνέας, έτσι γνώρισα όλο τον πολιτικό κόσμο. Αρχισα να παρευρίσκομαι σε υπουργικά συμβούλια, η ηλικία η δική μου βρήκε κενό γνώσης και εξουσίας. Πέρα από τη γλώσσα, οι Αμερικανοί ήθελαν να φέρουν καινούργια πράγματα και οι παλαιοί δεν τα καταλάβαιναν. Ετσι, όταν ήρθε το Σχέδιο Μάρσαλ, άρχισα να επικεντρώνομαι σε οικονομικές υπηρεσίες, όπου φαίνεται είχα ταλέντο».

Σχολιασε και εσυ...